ραδιοφάρο

ραδιοφάρο
radyo isaret vericisi

Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ραδιοδιόπτευση — η, Ν ναυτ. παρατήρηση που γίνεται με τη βοήθεια ραδιοπυξίδας κατά τους κανόνες τής ραδιογωνιομετρίας και, ιδίως, ο προσδιορισμός, από πλοίο ή αεροσκάφος, τής γωνίας με την οποία τέμνει τον μαγνητικό μεσημβρινό μια κατευθυνόμενη δέσμη… …   Dictionary of Greek

  • ραδιόπτευση — η, Ν (ραδιοηλ.) (σε ένα αεροσκάφος ή πλοίο) η χρησιμοποίηση τών ραδιοναυτιλιακών μέσων, δηλαδή ραντάρ, ραδιογωνιομέτρου κ.ά., για τον προσδιορισμό τής κατεύθυνσης τών ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων που προέρχονται από έναν ραδιοφάρο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”